Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2024

Τα Στρουμφάκια και η Μέρα Ξεφαντώματος (Παραμύθι)

     Έτσι , λοιπόν γίνανε τα πράγματα...
    Σε ένα μεγάλο και μαγικό δάσος έμεναν τα Στρουμφάκια. Μια από τις πιο αγαπημένες γιορτές που είχαν ήταν η Μέρα του Ξεφαντώματος. Εκείνη την μέρα πιάναν μεγάλα ελατήρια, τα έβαζαν στις στέγες των σπιτιών και μετά πηδούσαν από τη μια σκεπή στην άλλη. Από το τελευταίο σπίτι το ελατήριο οδηγούσε σε μια μεγάλη τσουλήθρα κι από κει σε μια μεγάλη λίμνη με σοκολάτα. Τα Στρουμφάκια πηδούσαν από το ένα σπίτι στο άλλο, γλιστρούσαν από τη μεγάλη τσουλήθρα στη σοκολατολίμνη, έπιναν όση σοκολάτα ήθελαν και μετά πάλι ξεκινούσαν από την αρχή. Κι ήταν πολύ χαρούμενα.
    Πολύ συχνά όμως τα ελατήρια έχαναν την ελαστικότητα τους και  τότε τα Στρουμφάκια πήγαιναν σε
ένα σιδερά έξω από το μαγεμένο δάσος τους και παράγγελναν καινούργια.  Όμως ο Δρακουμέλ, ο κακός μάγος που ήθελε να πιάσει τα Στρουμφάκια, άκουσε τυχαία δυο Στρουμφάκια που είχαν πάει να παραγγείλουν τα καινούργια ελατήρια, να αφηγούνται τις περιπέτειές τους στην Μέρα του Ξεφαντώματος. Και κατέστρωσε ένα διαβολικό σχέδιο για να τα πιάσει όλα.  Πήγε λοιπόν στον σιδερά και του πούλησε ένα καινούργιο τάχα μέταλλο που υποτίθεται ότι  πρόσφερε μεγαλύτερη ελαστικότητα και μεγαλύτερη αντοχή και  ταυτόχρονα ήταν πολύ φθηνότερο. Το μέταλλο όμως αυτό ήταν μαγεμένο, ώστε όταν τα Στρουμφάκια θα άρχιζαν να χοροπηδάν, να εκτιναχθούν ψηλά και να μεταφερθούν σε ένα τεράστιο δίχτυ σα χωνί στη σκεπή του κάστρου του Δρακουμέλ, στη μέση του οποίου  υπήρχε μια τρύπα από όπου ξεκινούσε ένας σωλήνας  που οδηγούσε κατευθείαν στην κατσαρόλα του Δρακουμέλ.
   Τα Στρουμφάκια δεν είχαν καταλάβει τίποτα, πήραν τα καινούργια ελατήρια, τα τοποθέτησαν και άρχισαν να χοροπηδούν για τη Μέρα  Ξεφαντώματος. Και ούτε που ανησύχησαν, όταν έβλεπαν τα άλλα Στρουμφάκια, εκείνα που πηδούσαν πριν,  ξαφνικά να εκτινάσσονται ψηλά και να χάνονται, γιατί νόμισαν ότι είναι ένα καινούργιο παιχνίδι για τη Μέρα Ξεφαντώματος. Έτσι όλα τα Στρουμφάκια σιγά σιγά οδηγήθηκαν στο δίχτυ κι από κει στη κατσαρόλα του Δρακουμέλ. Μόνο ό Παπαστρούμφ παραξενεύτηκε γιατί σκέφτηκε: «Αυτά τα ελατήρια, για να πετάνε τόσο ψηλά και τόσο μακριά τα Στρουμφάκια μου, είναι χωρίς αμφιβολία μαγικά. Και ποιος είναι μάγος εδώ στο δάσος; Ο Δρακουμέλ. Άρα είναι παγίδα!»
   Πήρε λοιπόν το μαχαίρι του που έκοβε τα πάντα και τη μαγική του χύτρα και πήδηξε κι εκείνος στα μαγικά ελατήρια. Έπειτα, προσγειώθηκε στο δίχτυ και από το σωλήνα οδηγήθηκε κι εκείνος στην κατσαρόλα του Δρακουμέλ, την ώρα ακριβώς που είχε αρχίσει να βράζει τα Στρουμφάκια. Τότε ο  Παπαστρούμφ έκοψε σιγά σιγά με το μαχαίρι του τον πάτο της κατσαρόλας και τα Στρουμφάκια άρχισαν να φεύγουν. Ο Δρακουμελ άνοιξε κάποια στιγμή το καπάκι και τότε η μαγική χύτρα του πέταξε υπνωτικό στο πρόσωπο, τον πήρε ο ύπνος πάνω στην κατσαρόλα και μαγείρευε τη μύτη του. Η Ψιψινέλ όμως είδε τα Στρουμφάκια που έφευγαν και τους όρμηξε. Ο Παπαστρούμφ όμως έβαλε τη μαγική χύτρα ένα μεγάλο να βγάλει ένα μεγάλο κομμάτι σαλάμι που ήταν το αγαπημένο της φαγητό. Η Ψιψινέλ  βούτηξε το σαλάμι και άρχισε να το τρώει με μεγάλη όρεξη.
  Έτσι τα Στρουμφάκια κατάφεραν να φύγουν. Κι από τότε το έμαθαν το μάθημά τους και ήταν επιφυλακτικά απέναντι σε καινούργια πράγματα που δεν ήξεραν τι είναι. Και βέβαια συνέχισαν τις Μέρες Ξεφαντώματος αλλά τώρα ήταν πιο προσεκτικά.
   
------------------------------------------------------------------------------
Αυτό το πόνημα το έφτιαξα ένα βράδυ που κοίμιζα την Εύα, πολύ παλιά. Πιθανότατα, πριν γεννηθεί η Ρεβέκκα ή έστω όταν ακόμα ήταν μωρό. ({ράγμα που είναι το πιο πιθναό γιατί η πρόχειρη ανάρτηση έχει ημερομηνία 12/11/19 και ώρα 5. 54μ.μ. - λογικά το απόγευμα έκατσα και έγραψα το κείμενο.) Εκείνη την εποχή είχε ξετρελαθεί με τα Στρουμφάκια και ήθελε να της φτιάξω μια δική μου ιστορία με τα ΅Στρουμφάκια . Αυτοσχεδίασα λοιπόν ένα βράδυ αυτήν την ιστορία και της άρεσε πάρα πολύ. Γι΄αυτό, όταν κοιμήθηκε, έκατσα και την έγραψα εδώ ώστε να την θυμάμαι. Της την έλεγα πολλά χρόνια μέχρι που τελικά την βαρέθηκε και την ξέχασα. Την ξαναθυμήθηκα τυχαία πρόσφατα που βρήκα αυτήν την καταγραφή, αντίθετα μια παραλλαγή τον άθλων του Ηρακλή που είχα φτιάξει και δεν την κατέγραψα πουθενά, δεν θυμάμαι καθόλου τι έλεγε... . Είχε βάλει και τη γιαγιά της να φτιάξει μια ιστορία με στρουμφάκια. Αν τη θυμάται, θα την ανεβάσω κι αυτήν... 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου