Ακούστε πώς έγινε. Μια φορά ήταν ένα μικρό βατραχάκι το οποίο
ζούσε σε έναν μικρό βάλτο. Ο βάλτος αυτός ήταν σχετικά απομονωμένος γιατί
βρισκότανε στην ρίζα ενός πολύ μεγάλου γκρεμού. Υπήρχε ωστόσο σε μια άκρη ένα
σημείο που ο γκρεμός δεν ήταν τόσο
απότομος και με λίγη προσπάθεια μπορούσαν τα βατραχάκια να σκαρφαλώσουν και να βγουν έξω.
Τα βατραχάκια, όταν γεννιόντουσαν, τα πηγαίνανε στο σχολείο όπου τους μάθαιναν διάφοραπράγματα όπως πώς να πηδάνε μακριά, πώς να πιάνουνε μύγες χωρίς να κουράζονται, πώς να επεκτείνουν την γλώσσα τους πιο μακριά και διάφορα άλλα τέτοια μαθήματα. Ένα από τα μαθήματα αυτά που δίδασκε το σχολείο, και που μάλιστα το θεωρούσανε από τα πιο σημαντικά, ήτανε να μαθαίνουνε τα βατραχάκια πώς να σκαρφαλώνουνε στο σημείο εκείνο από το οποίο μπορούσαν να βγουν, χωρίς να μπαίνουν σε κίνδυνο ή να κουράζονται πολύ.
Το βατραχάκι της ιστορίας μας ήταν πολύ καλός μαθητής σε όλα τα μαθήματα. Εκτός από το σκαρφάλωμα. Οι γονείς, οι δάσκαλοι και οι φίλοι του προσπαθούσαν να το κάνουν να ενδιαφερθεί, λέγοντας του πόσο σημαντικό θα ήταν για τη ζωή του. Το βατραχάκι ωστόσο επέμενε ότι δεν του χρειάζεται να μάθει να σκαρφαλώνει γιατί υποστήριζε ότι ήτανε πάρα πολύ χαρούμενο και ευτυχισμένο στον βάλτο. Είχε ό,τι χρειαζότανε εκεί και συνεπώς δεν θα ήθελε ποτέ να φύγει. Άρα δεν θα του φαινότανε καθόλου χρήσιμο. Κι έτσι αρνήθηκε πεισματικά να μάθει να σκαρφαλώνει. Ενώ τα άλλα βατραχάκια, λοιπόν, μάθαιναν, αυτό αρνήθηκε. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να περάσει όλην του τη ζωή στον μικρό βάλτο.
Κάποια στιγμή όμως βαρέθηκε, γιατί είχε περάσει όλη του τη ζωή στον βάλτο, όπως είπαμε, και πήγαινε συνέχεια στις ίδιες λόχμες, πήγαινε στα ίδια καλάμια, έκανε τα ίδια πράγματα, ήξερε τι κρύβονταν κάτω από οποιαδήποτε πέτρα του βάλτου και τελικά πέρασε τη ζωή του αισθανόμενος φοβερή ανία, μέσα στη μονοτονία και την μοναξιά.
Και βυθισμένο, όπως ήταν στην πλήξη και στην ανία και την βαρεμάρα, κάποια στιγμή την προσοχή του τράβηξε τι έκαναν τα άλλα βατραχάκια. Και παρατήρησε ότι κάποια από αυτά συχνά πυκνά σκαρφάλωναν στο πέρασμα και πήγαιναν μακριά. Κάποια μάλιστα δεν ξανάρχονταν ποτέ, ενώ κάποια άλλα έρχονταν και έφευγαν, άλλα έμεναν μακριά πολύ χρόνο.
Κάποια στιγμή, ενώ είχε φτάσει να είναι πολύ μεγάλο σε ηλικία, έπιασε ένα από τα άλλα τα βατραχάκια που γυρνούσανε από αυτό που ήτανε πέρα από τον βάλτο και το ρώτησε:
«Τι έχει πέρα από τον βάλτο, μετά το πέρασμα;»
«Αααα», του λέει το βατραχάκι, «πίσω από αυτό είναι ένας πάρα πάρα πολύ μεγάλος και πλατύς βάλτος …»
Κι άρχισε να του περιγράφει αυτά που είχε ζήσει εκεί… Κι όσο άκουγε, το βατραχάκι στενοχωριότανε ακόμη περισσότερο, γιατί στον διπλανό τον βάλτο υπήρχανε όοοοοοοοοοοοοοολα εκείνα που είχε ονειρευτεί και κι ακόμα πολλά περισσότερα που θα τα ονειρευότανε αν ήξερε ότι υπήρχανε . Κι αυτό δεν έζησε τίποτα από αυτά, μόνο και μόνο γιατί αποφάσισε ότι δεν ήθελε να μάθει να σκαρφαλώνει…
Τα βατραχάκια, όταν γεννιόντουσαν, τα πηγαίνανε στο σχολείο όπου τους μάθαιναν διάφοραπράγματα όπως πώς να πηδάνε μακριά, πώς να πιάνουνε μύγες χωρίς να κουράζονται, πώς να επεκτείνουν την γλώσσα τους πιο μακριά και διάφορα άλλα τέτοια μαθήματα. Ένα από τα μαθήματα αυτά που δίδασκε το σχολείο, και που μάλιστα το θεωρούσανε από τα πιο σημαντικά, ήτανε να μαθαίνουνε τα βατραχάκια πώς να σκαρφαλώνουνε στο σημείο εκείνο από το οποίο μπορούσαν να βγουν, χωρίς να μπαίνουν σε κίνδυνο ή να κουράζονται πολύ.
Το βατραχάκι της ιστορίας μας ήταν πολύ καλός μαθητής σε όλα τα μαθήματα. Εκτός από το σκαρφάλωμα. Οι γονείς, οι δάσκαλοι και οι φίλοι του προσπαθούσαν να το κάνουν να ενδιαφερθεί, λέγοντας του πόσο σημαντικό θα ήταν για τη ζωή του. Το βατραχάκι ωστόσο επέμενε ότι δεν του χρειάζεται να μάθει να σκαρφαλώνει γιατί υποστήριζε ότι ήτανε πάρα πολύ χαρούμενο και ευτυχισμένο στον βάλτο. Είχε ό,τι χρειαζότανε εκεί και συνεπώς δεν θα ήθελε ποτέ να φύγει. Άρα δεν θα του φαινότανε καθόλου χρήσιμο. Κι έτσι αρνήθηκε πεισματικά να μάθει να σκαρφαλώνει. Ενώ τα άλλα βατραχάκια, λοιπόν, μάθαιναν, αυτό αρνήθηκε. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να περάσει όλην του τη ζωή στον μικρό βάλτο.
Κάποια στιγμή όμως βαρέθηκε, γιατί είχε περάσει όλη του τη ζωή στον βάλτο, όπως είπαμε, και πήγαινε συνέχεια στις ίδιες λόχμες, πήγαινε στα ίδια καλάμια, έκανε τα ίδια πράγματα, ήξερε τι κρύβονταν κάτω από οποιαδήποτε πέτρα του βάλτου και τελικά πέρασε τη ζωή του αισθανόμενος φοβερή ανία, μέσα στη μονοτονία και την μοναξιά.
Και βυθισμένο, όπως ήταν στην πλήξη και στην ανία και την βαρεμάρα, κάποια στιγμή την προσοχή του τράβηξε τι έκαναν τα άλλα βατραχάκια. Και παρατήρησε ότι κάποια από αυτά συχνά πυκνά σκαρφάλωναν στο πέρασμα και πήγαιναν μακριά. Κάποια μάλιστα δεν ξανάρχονταν ποτέ, ενώ κάποια άλλα έρχονταν και έφευγαν, άλλα έμεναν μακριά πολύ χρόνο.
Κάποια στιγμή, ενώ είχε φτάσει να είναι πολύ μεγάλο σε ηλικία, έπιασε ένα από τα άλλα τα βατραχάκια που γυρνούσανε από αυτό που ήτανε πέρα από τον βάλτο και το ρώτησε:
«Τι έχει πέρα από τον βάλτο, μετά το πέρασμα;»
«Αααα», του λέει το βατραχάκι, «πίσω από αυτό είναι ένας πάρα πάρα πολύ μεγάλος και πλατύς βάλτος …»
Κι άρχισε να του περιγράφει αυτά που είχε ζήσει εκεί… Κι όσο άκουγε, το βατραχάκι στενοχωριότανε ακόμη περισσότερο, γιατί στον διπλανό τον βάλτο υπήρχανε όοοοοοοοοοοοοοολα εκείνα που είχε ονειρευτεί και κι ακόμα πολλά περισσότερα που θα τα ονειρευότανε αν ήξερε ότι υπήρχανε . Κι αυτό δεν έζησε τίποτα από αυτά, μόνο και μόνο γιατί αποφάσισε ότι δεν ήθελε να μάθει να σκαρφαλώνει…
Ασιατική στα όλα της αυτή η ιστορία. Την έφτιαξα πιθανότατα ενθυμούμενος την γνωστή κινέζικη παροιμία, ιστορία, ό,τι είναι τέλος πάντων με το βάτραχο στο πηγάδι που δεν μπορείς να του μιλήσεις για τον ωκεανό, ενώ περίμενα την κόρη μου να τελειώσει το μάθημα της γιαπωνεζικής πολεμικής τέχνης που ονομάζεται καράτε, καθισμένος σε ένα κορεάτικο αυτοκίνητο. Κι επειδή δεν είχα χαρτί και μολύβι, την έφτιαξα προφορικά ηχογραφώντας την πρόχειρα στο κινέζικης προέλευσης τηλέφωνό μου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου