Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2013

Η μπαλάντα του ξυραφιού - Ένα σπλάτερ, μελοδραματικό, δήθεν τραγουδάκι

Συνηθίζω κάθε χρόνο το  Σεπτέμβρη να εγακινιάζω τις αναρτήσεις μου με διάφορα περίπλοκα και πολυποίκιλα που έχω κάνει το καλοκαίρι... Αυτό το καλοκαίρι όμως δεν είχε τέτοια, καθότι παντρευόμουνα, οπότε η αρχή δεν θα είναι εντυπωσιακή, ένα τραγουδάκι -κατά τα γνωστά - θα ανεβάσω - απόπειρα τραγουδακίου, καλύτερα-  κυριολεκτικά στην κόψη του ξυραφιού εφόσον έχει  τίτλο η "Μπαλάντα του ξυραφιού"...
  Το τραγούδι αυτό
είναι το αποτέλεσμα ενός - ας το πούμε- στοιχήματος με το Νάσο, την εποχή που με φιλοξενούσαν αυτός και ο Ηλίας, κι ήταν ένα είδος ενδιαφέροντος πειράματος για μένα γιατί δοκίμασα τεχνικές που δεν είχα χρησιμοποιήσει άλλη φορά - και στο στίχο, και στη μουσική, και στο τραγούδι-  κι ούτε θα ξαναχρησιμοποιούσα- άλλο που δεν πέτυχαν... Το έγραψα μιμούμενος το μελοδραματικό στυλ του τραγουδιού των Motorpsycho "Stalemate" - το οποίο, μετά την διαφήμιση του Str8 στο οποίο ήταν μουσική επένδυση, είχε ξαναγίνει ακόμα μια φορά επιτυχία επειδή είχε συμπεριληφθεί σε μια συλλογή του Παπασπυρόπουλου- μπολιασμένο με στοιχεία από το ύφος της  crooner  εκδοχής του Νικ Κέηβ και την σπαρακτικότητα των "Διάφανων Κρίνων".. Το τραγούδι ήταν μια δοκιμασία για τις περιορισμένες και εντελώς αυτοδίδακτες φωνητικές μου χορδές με τις αυξομειώσεις στην ένταση της φωνής και το υβρίδιο  αφήγησης- τραγουδιού που προσπάθησα να πετύχω, κι ας πούμε ότι δεν ήτανε έξυπνη ιδέα ή μάλλον δεν βγήκε τον να ξεκινάω από μινόρε και να τελειώνω σε ματζόρε στην ίδια τονικότητα,  Νομίζω ότι κάπου υπάρχουν πιο πετυχημένες εκτελεστικά ηχογραφήσεις, αλλά ποιος κάθεται τώρα να ψάχνει σε παλιές κασσέτες... Επιπλέον, κάποια στιγμή οι στίχοι είναι αλλού νταλλού. Οι "σωστοί" είναι αυτοί που γράφω απο κάτω...


Η μπαλάντα του ξυραφιού

Χάθηκες, δεν άντεξες...
Πήγαν αλλού τα βήματά σου,
μακριά απ'τις μέρες που θα 'ρχοτανε.
Χάθηκες... Χάθηκες!

Λύωσανε, τελειώσανε
οι ώρες που μυρίζανε αγάπη
κι είν' τα σεντόνια τώρα καθαρά. 
Χάθηκες! Έφυγες...

Έφυγες, δεν έμεινες,
με τις βαλίτσες ματωμένες
απ' τα κομμάτια που είχα γίνει.
              Έφυγες, Θεέ μου, έφυγες. 
Έμεινε, παρέμεινε
ενα κενό ακονισμένο 
από την φυγή σου κουρδισμένο:
"Μη σταματάς... Μη σταματάς!"

Τώρα γυρνώ στο άδειο σπίτι
μ' ένα κρασί κι ένα ξυράφι
και με φαντάσματα μιλώ 
για σένα. Για σένα... 


Μα δεν μ' ακούν κι αυτά κι εσύ.
Και το σκοτάδι ψιθυρίζει
σαν το ξυράφι αντικρύζει: 
"Κόψε βαθιά! Κοψ' τον βαθιά!"


Χάθηκες, χάθηκες...
Πήγαν αλλού τα βήματά σου,
μακριά απ'τις μέρες που θα 'ρχοτανε.
Χάθηκες, Θεέ μου,  χάθηκες!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου